T= Testimonium F= Fragmentum E= Επιγραφή / Inscription
Υἱὸς Ἀριστάρχου Πολέμων ↓ τριετὴς1 λίπεν ἦμαρ ↓.
Ὁ γιὸς τ' Ἀρίσταρχου ὁ Πολέμων ἄφησε τριῶν χρονῶν τὸ φῶς τῆς μέρας.
Ἐπίγραμμα ἐπιτύμβιο γιὰ τὸν μικρὸ Πολέμωνα πού 'χασε πρόωρα τὴ μάχη τῆς ζωῆς, ἀποτελούμενο ἀπὸ ἕναν δακτυλικὸ ἑξάμετρο στίχο, χαραγμένο σὲ δύο σειρὲς στὸ κάτω μέρος ἐπιτύμβιας πλάκας ποὺ ἀνακαλύφθηκε κατὰ τὴν ἀναστήλωση τοῦ Κοίλου τοῦ Θεάτρου στὸ Κούριο τὸ 1963 καὶ μεταφέρθηκε στὸ «Σπίτι τοῦ Κουρίου» στὴν Ἐπισκοπὴ (R.R. 37) καὶ ἀπὸ ἐκεῖ –πρόσφατα– στὸ Μουσεῖο Λεμεσοῦ (ὅπου καὶ εὑρίσκεται σήμερα). Ἡ πλάκα ἦταν ἐντοιχισμένη στὸν ἐξωτερικὸ κυκλικὸ τοῖχο τοῦ Κοίλου, βρέθηκε θρυμματισμένη καὶ συγκολλήθηκε (τώρα λείπει μόνο ἕνα τμῆμα τῆς βάσης). Ἔχει μέγιστο ὕψος 110 ἑκ., μέγ. πλ. περ. 42.5 ἑκ. (41.8 στὴ βάση καὶ 40 στὴν κορυφή) καὶ πάχ. περ. 13.5-15 ἑκ. (βλ. Καραγιώργη1 καὶ Νικολάου2, κυρίως ICA32). Χρονολογεῖται στὸν 2ον αἰ. π.Χ. ("IIe avant" Καραγιώργης1, "mid-second century B.C." Νικολάου ICA32 / "2nd century B.C." CIS3, "milieu du IIe s. a.C." Vérilhac4, «2ου αἰ. π.Χ.» Χατζηιωάννου5). Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὸ πρῶτο μέρος τοῦ στ. τελειώνει μὲ τὴν ἑφθημιμερῆ τομὴ καὶ περιλαμβάνει τὸ ὀνοματεπώνυμο τοῦ νεκροῦ: υἱὸς Ἀριστάρχου Πολέμων (α΄ σειρὰ στὴν πλάκα), ἐνῶ τὸ δεύτερο μέρος τοῦ στ. (β΄ σειρὰ τῆς πλάκας) περιλαμβάνει τὴν ἡλικία: τριετὴς καὶ τὴ φράση λίπεν ἦμαρ· τὸ τριετὴς τονίζεται ἰδιαίτερα, καθὼς ἀρχίζει μετὰ τὴν ἑφθημιμερῆ τομὴ καὶ τελειώνει μὲ μιὰ δευτερεύουσα βουκολικὴ διαίρεση. Λακωνικὸ τὸ ἐπίγραμμα, κυριαρχεῖται ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ τρίχρονου Πολέμωνα.
1. υἱὸς Ἀριστάρχου Πολέμων: τὸ ὄνομα Ἀρίσταρχος ἀπαντᾶ ἄλλες δυὸ φορὲς σὲ ἐπιγραφὲς τῆς Ἑλληνιστικῆς Κύπρου (βλ. Nicolaou PPC6 Α 88-89, πβ. καὶ 91 γιὰ τὸν γνωστὸ φιλόλογο καὶ ὑπομνηματιστὴ Ἀρίσταρχον, ποὺ στὰ μέσα τοῦ 2ου αἰ. π.Χ. πεθαίνει ἐξόριστος στὴν Κύπρο), καὶ ἀλλοῦ συχνά, ἐνῶ μὲ τὸ Ἀριστ- ἀπαντᾶ μιὰ ὁλόκληρη σειρὰ εὔχρηστων ἀνθρωπωνυμίων (βλ. ἀνωτ. Ε3.2, Ε7.1 καὶ Ε10.2 μὲ σχόλ., καὶ PPC6 Α 38-44). Τὸ ὄνομα Πολέμων δὲν ἀπαντᾶ σὲ ἄλλη Κυπριακὴ ἐπιγραφὴ τῆς περιόδου αὐτῆς, εἶναι ὅμως γνωστὸ ἀπὸ τὸν ὁμώνυμο δάσκαλο τοῦ Ζήνωνα τοῦ Κιτιέα καὶ τὶς σχετικὲς ἀνεκδοτολογικὲς διηγήσεις (βλ. ΑΚΕΠ5 Γα΄ 15.5-6, 23.25, 48.6, καὶ Ε΄215) καὶ συχνὰ ἀλλοῦ (βλ. LGPN7 σ.λ., πβ. σ.λλ. Πόλεμις [ICS8 441, 5/4 αἰ. π.Χ.], Πολεμίς, Πολεμοκλῆς, Πολεμοκράτης, Πολεμόκριτος, Πόλεμος καὶ Πολέμαρχος [LGPN17] / Πολεμαγένης, Πολεμαίνετος, Πολεμαῖος, Πολέμαρχος, Πολέμαχος, Πολεμόνικος καὶ Πολεμώ [LGPN29]). Ὁ ἐδῶ Ἀρίσταρχος φαίνεται νὰ δίνει στὸν γιό του τὸ ὄνομα Πολέμων προσδοκώντας ἀνάλογο μέλλον γι' αὐτόν. Ἡ πικρὴ εἰρωνία εἶναι ὅτι ὁ μικρὸς Πολέμων χάνει τὴν κρίσιμη μάχη μὲ τὸν θάνατο πρὶν προλάβει νὰ γίνει μεγάλος καὶ τρανὸς πολεμιστής, ἀπόλεμος.
τριετὴς λίπεν ἦμαρ: ἡ φράση μόνον ἐδῶ· πβ. ὅμως κατωτ. Ε41. 1-2 Ἐννέ' ἐγὼ ζήσας λυκαβάντων ἤματα μούνων, | ἦλθον ὑποχθονίους ἀέλι̣̣ον προλιπών (μὲ σχόλ.), GVI10 1817.5 ἤματι δ ἐν τριτάτῳ ζωὴν κα[τελίμπανον], κ.τ.τ. Τὸ ἐδῶ λίπεν ἦμαρ ἰσοδυναμεῖ προφανῶς μὲ τὸ ἀέλιον προλιπὼν καὶ μὲ ἀνάλογες ἐκφράσεις (λ. φάος ἢ φῶς, φέγγος, αὐγὰς ἠελίοιο κ.τ.τ.: βλ. GVI 928, 929, 935, 936, 958, 991 κ.ἄ.), μολονότι τὸ ἦμαρ ἀπαντᾶ στὸ Ε41.1 μὲ τὴν κανονική του σημασία (γιὰ τὰ ἦμαρ καὶ ἡμέρη βλ. τὴν ἐκεῖ σημ.). Ὁ Καραγιώργης11, προφανῶς μὴ δεχόμενος τὴν ἰδιότυπη αὐτὴ χρήση τοῦ ἦμαρ ἐδῶ, ἑρμηνεύει τὴ φράση ὡς "mort à l'age de trois ans moins un jour" (πέθανε τριῶν χρονῶν παρὰ μία μέρα), χρησιμοποιώντας ὅμως ἔτσι τὴν ὅλη φράση ἐπίσης ἰδιότυπα (καὶ τὸ λίπεν οὐσιαστικὰ μὲ δύο διαφορετικὲς σημασίες: πέθανε / τοῦ 'λειπε μία μέρα γιὰ νὰ συμπληρώσει τὸ τρίτο ἔτος τῆς ἡλικίας του) καὶ δίνοντας μιὰν ἀχρείαστη λεπτομέρεια σὲ ἕνα λακωνικὸ κείμενο. Ἀντίθετα, θὰ μποροῦσε κανεὶς ἐδῶ νὰ θεωρήσει τὸ λίπεν ἀμετάβατο (βλ. LSJ912 σ.λ. λείπω ΙΙ.) καὶ τὸ ἦμαρ ὡς αἰτ. τοῦ χρόνου (ἐπιρρηματικῶς, "by day" LSJ912 σ.λ. Ι.1), ὅπως στὸ Ἡσ. Ἔργ. 176-8 οὐδέ ποτ' ἦμαρ | παύσονται καμάτου καὶ ὀιζύος οὐδέ τι νύκτωρ | τειρόμενοι, κ.ἀ. (βλ. West Erga13 σημ. στὸ χωρίο, μὲ παραπομπές), καὶ νὰ ἑρμηνεύσει: ἔφυγε μέρα (μὲ ποικίλες προεκτάσεις). Ὅμως φαίνεται πιὸ πιθανὴ ἡ ἰδιότυπη χρήση τοῦ λίπεν ἦμαρ ἐδῶ μὲ τὴ σημ. λίπεν φάος ἠελίοιο κ.τ.τ. = ἄφησε τὸ φῶς τῆς μέρας, ἄφησε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, πέθανε. Γιὰ τὰ τριετὴς / τριέτης βλ. κυρίως Chantraire14 σ.λ. ἔτος.
Ἐπίγραμμα ἐπιτύμβιο γιὰ τὸν μικρὸ Πολέμωνα πού 'χασε πρόωρα τὴ μάχη τῆς ζωῆς, ἀποτελούμενο ἀπὸ ἕναν δακτυλικὸ ἑξάμετρο στίχο, χαραγμένο σὲ δύο σειρὲς στὸ κάτω μέρος ἐπιτύμβιας πλάκας ποὺ ἀνακαλύφθηκε κατὰ τὴν ἀναστήλωση τοῦ Κοίλου τοῦ Θεάτρου στὸ Κούριο τὸ 1963 καὶ μεταφέρθηκε στὸ «Σπίτι τοῦ Κουρίου» στὴν Ἐπισκοπὴ (R.R. 37) καὶ ἀπὸ ἐκεῖ –πρόσφατα– στὸ Μουσεῖο Λεμεσοῦ (ὅπου καὶ εὑρίσκεται σήμερα). Ἡ πλάκα ἦταν ἐντοιχισμένη στὸν ἐξωτερικὸ κυκλικὸ τοῖχο τοῦ Κοίλου, βρέθηκε θρυμματισμένη καὶ συγκολλήθηκε (τώρα λείπει μόνο ἕνα τμῆμα τῆς βάσης). Ἔχει μέγιστο ὕψος 110 ἑκ., μέγ. πλ. περ. 42.5 ἑκ. (41.8 στὴ βάση καὶ 40 στὴν κορυφή) καὶ πάχ. περ. 13.5-15 ἑκ. (βλ. Καραγιώργη1 καὶ Νικολάου2, κυρίως ICA32). Χρονολογεῖται στὸν 2ον αἰ. π.Χ. ("IIe avant" Καραγιώργης1, "mid-second century B.C." Νικολάου ICA32 / "2nd century B.C." CIS3, "milieu du IIe s. a.C." Vérilhac4, «2ου αἰ. π.Χ.» Χατζηιωάννου5). Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὸ πρῶτο μέρος τοῦ στ. τελειώνει μὲ τὴν ἑφθημιμερῆ τομὴ καὶ περιλαμβάνει τὸ ὀνοματεπώνυμο τοῦ νεκροῦ: υἱὸς Ἀριστάρχου Πολέμων (α΄ σειρὰ στὴν πλάκα), ἐνῶ τὸ δεύτερο μέρος τοῦ στ. (β΄ σειρὰ τῆς πλάκας) περιλαμβάνει τὴν ἡλικία: τριετὴς καὶ τὴ φράση λίπεν ἦμαρ· τὸ τριετὴς τονίζεται ἰδιαίτερα, καθὼς ἀρχίζει μετὰ τὴν ἑφθημιμερῆ τομὴ καὶ τελειώνει μὲ μιὰ δευτερεύουσα βουκολικὴ διαίρεση. Λακωνικὸ τὸ ἐπίγραμμα, κυριαρχεῖται ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ τρίχρονου Πολέμωνα.
1. υἱὸς Ἀριστάρχου Πολέμων: τὸ ὄνομα Ἀρίσταρχος ἀπαντᾶ ἄλλες δυὸ φορὲς σὲ ἐπιγραφὲς τῆς Ἑλληνιστικῆς Κύπρου (βλ. Nicolaou PPC6 Α 88-89, πβ. καὶ 91 γιὰ τὸν γνωστὸ φιλόλογο καὶ ὑπομνηματιστὴ Ἀρίσταρχον, ποὺ στὰ μέσα τοῦ 2ου αἰ. π.Χ. πεθαίνει ἐξόριστος στὴν Κύπρο), καὶ ἀλλοῦ συχνά, ἐνῶ μὲ τὸ Ἀριστ- ἀπαντᾶ μιὰ ὁλόκληρη σειρὰ εὔχρηστων ἀνθρωπωνυμίων (βλ. ἀνωτ. Ε3.2, Ε7.1 καὶ Ε10.2 μὲ σχόλ., καὶ PPC6 Α 38-44). Τὸ ὄνομα Πολέμων δὲν ἀπαντᾶ σὲ ἄλλη Κυπριακὴ ἐπιγραφὴ τῆς περιόδου αὐτῆς, εἶναι ὅμως γνωστὸ ἀπὸ τὸν ὁμώνυμο δάσκαλο τοῦ Ζήνωνα τοῦ Κιτιέα καὶ τὶς σχετικὲς ἀνεκδοτολογικὲς διηγήσεις (βλ. ΑΚΕΠ5 Γα΄ 15.5-6, 23.25, 48.6, καὶ Ε΄215) καὶ συχνὰ ἀλλοῦ (βλ. LGPN7 σ.λ., πβ. σ.λλ. Πόλεμις [ICS8 441, 5/4 αἰ. π.Χ.], Πολεμίς, Πολεμοκλῆς, Πολεμοκράτης, Πολεμόκριτος, Πόλεμος καὶ Πολέμαρχος [LGPN17] / Πολεμαγένης, Πολεμαίνετος, Πολεμαῖος, Πολέμαρχος, Πολέμαχος, Πολεμόνικος καὶ Πολεμώ [LGPN29]). Ὁ ἐδῶ Ἀρίσταρχος φαίνεται νὰ δίνει στὸν γιό του τὸ ὄνομα Πολέμων προσδοκώντας ἀνάλογο μέλλον γι' αὐτόν. Ἡ πικρὴ εἰρωνία εἶναι ὅτι ὁ μικρὸς Πολέμων χάνει τὴν κρίσιμη μάχη μὲ τὸν θάνατο πρὶν προλάβει νὰ γίνει μεγάλος καὶ τρανὸς πολεμιστής, ἀπόλεμος.
τριετὴς λίπεν ἦμαρ: ἡ φράση μόνον ἐδῶ· πβ. ὅμως κατωτ. Ε41. 1-2 Ἐννέ' ἐγὼ ζήσας λυκαβάντων ἤματα μούνων, | ἦλθον ὑποχθονίους ἀέλι̣̣ον προλιπών (μὲ σχόλ.), GVI10 1817.5 ἤματι δ ἐν τριτάτῳ ζωὴν κα[τελίμπανον], κ.τ.τ. Τὸ ἐδῶ λίπεν ἦμαρ ἰσοδυναμεῖ προφανῶς μὲ τὸ ἀέλιον προλιπὼν καὶ μὲ ἀνάλογες ἐκφράσεις (λ. φάος ἢ φῶς, φέγγος, αὐγὰς ἠελίοιο κ.τ.τ.: βλ. GVI 928, 929, 935, 936, 958, 991 κ.ἄ.), μολονότι τὸ ἦμαρ ἀπαντᾶ στὸ Ε41.1 μὲ τὴν κανονική του σημασία (γιὰ τὰ ἦμαρ καὶ ἡμέρη βλ. τὴν ἐκεῖ σημ.). Ὁ Καραγιώργης11, προφανῶς μὴ δεχόμενος τὴν ἰδιότυπη αὐτὴ χρήση τοῦ ἦμαρ ἐδῶ, ἑρμηνεύει τὴ φράση ὡς "mort à l'age de trois ans moins un jour" (πέθανε τριῶν χρονῶν παρὰ μία μέρα), χρησιμοποιώντας ὅμως ἔτσι τὴν ὅλη φράση ἐπίσης ἰδιότυπα (καὶ τὸ λίπεν οὐσιαστικὰ μὲ δύο διαφορετικὲς σημασίες: πέθανε / τοῦ 'λειπε μία μέρα γιὰ νὰ συμπληρώσει τὸ τρίτο ἔτος τῆς ἡλικίας του) καὶ δίνοντας μιὰν ἀχρείαστη λεπτομέρεια σὲ ἕνα λακωνικὸ κείμενο. Ἀντίθετα, θὰ μποροῦσε κανεὶς ἐδῶ νὰ θεωρήσει τὸ λίπεν ἀμετάβατο (βλ. LSJ912 σ.λ. λείπω ΙΙ.) καὶ τὸ ἦμαρ ὡς αἰτ. τοῦ χρόνου (ἐπιρρηματικῶς, "by day" LSJ912 σ.λ. Ι.1), ὅπως στὸ Ἡσ. Ἔργ. 176-8 οὐδέ ποτ' ἦμαρ | παύσονται καμάτου καὶ ὀιζύος οὐδέ τι νύκτωρ | τειρόμενοι, κ.ἀ. (βλ. West Erga13 σημ. στὸ χωρίο, μὲ παραπομπές), καὶ νὰ ἑρμηνεύσει: ἔφυγε μέρα (μὲ ποικίλες προεκτάσεις). Ὅμως φαίνεται πιὸ πιθανὴ ἡ ἰδιότυπη χρήση τοῦ λίπεν ἦμαρ ἐδῶ μὲ τὴ σημ. λίπεν φάος ἠελίοιο κ.τ.τ. = ἄφησε τὸ φῶς τῆς μέρας, ἄφησε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, πέθανε. Γιὰ τὰ τριετὴς / τριέτης βλ. κυρίως Chantraire14 σ.λ. ἔτος.