4 Ἐπειδὴ ἔχει πεῖ ὅτι ὁ μηρὸς γλιστρᾶ πολὺ συχνὰ πρὸς τὸ ἐσωτε-
ρικὸ μέρος, περισσότερους τρόπους ἀνάταξης γι' αὐτὴ τὴν περίπτω-
ση (ἐξαρθρημάτων) ἀπαριθμώντας ἔχει προσυπογράψει· γιατὶ στὴ
συνέχεια τὴν ἀνάταξη ποὺ ἔγινε μὲ τὴ χρήση ἀσκοῦ, ἂν καὶ δὲν τὸν
ἱκανοποιοῦσε πλήρως, ἔχει ἐκθέσει μὲ τὰ ἑξῆς: Συνηθίζεται αὐτὴ ἡ
ἄρθρωση νὰ ἀνατάσσεται καὶ μὲ ἀσκό· καὶ ἤδη εἶδα μερικοὺς ποὺ
λόγω ἔλλειψης ἱκανοτήτων προσπάθησαν νὰ ἀνατάξουν καὶ τὰ
πρὸς τὰ ἔξω καὶ τὰ πρὸς τὰ πίσω ἐξαρθρήματα μὲ τὸν ἀσκό, χωρὶς
νὰ ἔχουν ἐπίγνωση ὅτι αὐτὴ (ἡ ἄρθρωση) μᾶλλον ἐξαρθρωνόταν
παρὰ ἀνατασσόταν. Ὁ πρῶτος ὅμως ποὺ ἐπινόησε (τὴ μέθοδο αὐ-
τὴ) εἶναι φανερὸ ὅτι τὰ πρὸς τὰ μέσα ἐξαρθρήματα προσπάθησε νὰ
ἀνατάξει μὲ ἀσκό. Πρέπει λοιπὸν νὰ γνωρίζει κανεὶς καλὰ πῶς
πρέπει νὰ χρησιμοποιεῖ τὸν ἀσκό, ἂν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ χρησιμο-
ποιηθεῖ· καὶ πρέπει νὰ διακρίνει ὅτι πολλὰ ἄλλα (μέσα ἀνάταξης
εἶναι) καλύτερα ἀπὸ τὸν ἀσκό. Ἂν καὶ δὲν ἐγκρίνει τὴν ἀνάταξη μὲ
ἀσκό, ὅμως ἀποφαίνεται γι' αὐτὴν τὰ ἑξῆς: Πρέπει δὲ νὰ τοποθετεῖ
κανεὶς τὸν ἀσκὸ ἀνάμεσα στοὺς μηροὺς ἐνῶ εἶναι ξεφούσκωτος,
σηκώνοντας πρὸς τὰ πάνω (ὑψώνοντάς τον) ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ
κοντὰ πρὸς τὸ περίνεο, ξεκινώντας δὲ ἀπὸ τὶς ἐπιγονατίδες νὰ δέ-
σει σφιχτὰ μὲ ταινία τοὺς μηροὺς μεταξύ τους μέχρι τὴ μέση τους·
κι ἔπειτα στὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ποδάρια, αὐτὸ ποὺ εἶναι λυμένο,
εἰσάγοντας χάλκινον αὐλὸ νὰ ἐμφυσήσει ἀέρα στὸν ἀσκό· ὁ δὲ πά-
σχων νὰ εἶναι ξαπλωμένος στὰ πλάγια, ἔχοντας τὸ πάσχον σκέλος
στὸ ἐπάνω μέρος. Ἡ (σωστὴ) προετοιμασία λοιπὸν (εἶναι) αὐτή. Οἱ
περισσότεροι ὅμως ἑτοιμάζονται πιὸ γρήγορα ἀπ' ὅσο ἐγὼ ἔχω πεῖ.
Γιατὶ οὔτε δένουν σφιχτὰ τοὺς μηροὺς σὲ περισσότερα τοῦ ἑνὸς
σημεῖα (μὲ εὔλογη ἀπόσταση μεταξύ τους), ἀλλὰ μόνο τὰ γόνατα,
οὔτε ἐκτείνουν δυνατά. Πρέπει μάλιστα νὰ ἐκτείνει κανεὶς καὶ στὴ
συνέχεια (ἐπιπροσθέτως). Ὅμως ἤδη μερικοὶ ἀπ' αὐτοὺς πέτυχαν
τὴν ἀνάταξη, γιατὶ κατὰ τύχη βρέθηκαν μπροστὰ σὲ εὔκολο περι-
στατικό. Μὲ ποιόν δὲ τρόπο μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀνατάξει μὲ τὴ χρήση
ἀσκοῦ, δείχνει ὁ παρακάτω πίνακας.
4.15. δύνηται: ουνητε L, δύναιτο (χφφ. καὶ ἐκδ.) Ἱππ. Οἱ Di.1 (μὲ τὴ σημ.: «οὖν ἡτε L. Conieci οἷόν τε. δύναιτο F. M. Hipp.») καὶ Sch.2 (διαβάζοντας οὖν ἦτε) γράφουν οἷόν τε· καὶ ὁ Kw.3 (235.10) σημειώνει: «οὖν ἦτε (i.e. οἷον τε) pro δύν. Ap.». Ὀρθῶς οἱ KK.4 γράφουν δύνηται· καὶ ὁ Alpers5 (σελ. 31, γιὰ τὸ ἀνωτ. 1.4.13-14: βλ. ἀνωτ. σχόλ. σ.λ. αἰκισμοῦ) θεωρεῖ ὡς γραφικὸ σφάλμα τὸ ἐδῶ Ο, ἀντὶ τοῦ Δ.
16. ἄνω ἀνάγοντα: ανω | αναγοντα L, ἀνάγοντα (πλεῖστα χφφ. καὶ ἐκδ.) καὶ ἀναγαγόντα (B Kw.3) Ἱππ. Ὁ Blomquist6 (26, 70.29) ὑποστηρίζει ὅτι τὸ ἄνω πρὶν ἀπὸ τὸ ἀνάγοντα πρέπει νὰ ὀβελιστεῖ, ἴσως ὡς διττογραφία· καὶ οὐδόλως ἀποκλείεται νὰ ἔχουν ἔτσι τὰ πράγματα. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ἀποκλειστεῖ ἡ πιθανότητα νὰ ἔγραψε ἀναγαγόντα ὁ Ἀπ., ποὺ παρεφθάρη σὲ ανω αναγοντα (λόγω ἴσως καὶ τῆς θέσης του στὸν L)· καί, κυρίως, δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκλειστεῖ ἡ πιθανότητα νὰ ἔχει προστεθεῖ τὸ ἄνω ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἀπ., γιὰ ἔμφαση. Μ' αὐτὸν τὸν προβληματισμό, κρατήσαμε ἐν τέλει τὴ γραφὴ τοῦ L, ὅπως καὶ οἱ Di.1, Sch.2 καὶ KK.4
19. φῦσ<αν>: ὀνομ. ἡ φῦσα, ὁ ἀτμοσφαιρικὸς ἀέρας (καὶ τὰ ἀέρια τῶν ἐντέρων, καὶ ὁ ἐντὸς τοῦ σώματος γενικὰ κυκλοφορούμενος ἀέρας: βλ. ΕΛεξΙ7 σ.λ., μὲ παραθέματα). Γιὰ τὸ ὅλο χωρίο βλ. ἀνωτ. στὸ κριτ. μας ὑπόμν. (ἀναλυτικά: Blomquist6 26-27, 72.1-3).
23. γούνατα: βλ. κριτ. ὑπόμν. καὶ –κυρίως– ἀνωτ. σχόλ. σ.στ. 1.2.29 σ.λ. τοῖς δὲ γούνασι· βλ. ἐπίσης Blomquist6 27, 72.6: συχνὰ στὸν L ἐναλλάσσονται τὸ ο καὶ τὸ ω (προτείνοντας ἀντὶ τοῦ ἀνωτ. ἐπὶ συχνῶν [L καὶ ἐκδ.] νὰ γράψουμε κατὰ τὸν Ἱππ. ἐπὶ συχνόν, ἴσως ὀρθῶς). Οὐδόλως, ἔτσι, ἀποκλείεται νὰ μὴν ἔγραψε γούνατα ὁ Ἀπ. ἀλλὰ γώνατα (= γούνατα στὴν Κυπρ. διάλεκτο), καὶ ὁ L νὰ διασώζει τὴν ὀρθὴ γραφή (εὐκρινέστατα γωνατα στὸν L). Πβ. τὸ ἀνωτ. 1.9.11: στὸν L ακρωθεν τω ξυλω.
25. ἐνέβαλον: ενεβαλον L, καὶ διαφ. γρ. στὸν Ἱππ. (υἱοθετούμενη ἀπὸ τοὺς Li.8 καὶ Wi.9)· τὰ χφφ. τοῦ Kw.3 καὶ τέσσερα χφφ. τοῦ Li.8 ἔχουν τὸν τύπο ἐνέβαλλον, υἱοθετούμενο ἀπὸ τὸν Kw.3 καὶ –ἐδῶ– ἀπὸ τοὺς Di.1, Sch.2 καὶ KK.4 (ἐνέβαλλον, ἀντὶ ἐνέβαλ<λ>ον: ἐμφανῶς ενεβαλον στὸν L). Τὸ ἐνέβαλον ὅμως τοῦ L εἶναι προφανῶς προτιμότερο ἀπὸ τὸ ἐνέβαλλον τῶν πλείστων χφφ. τοῦ Ἱππ., ἀφοῦ ἕπεται τὸ ἐπιτυχόντες (σὲ ἀόρ. β´ καὶ αὐτό, ὄχι σὲ παρατ. ἐπιτυγχάνοντες): βλ. καὶ τὴ μετάφρασή μας. (Βλ. ἐπίσης Γαλην. Εἰς Ἱππ. Π. ἄρθρ. XVIII1 764.17 ὅμως δὲ ἤδη τινὲς ἐνέβαλον, ῥηϊδίου πράγματος [βλ. καὶ κατωτ.] ἐπιτυχόντες.)
ῥηϊδίου πράγματος: ρη|ιδιου πραγματος L (καὶ ἐκδ.), μὲ συνύπαρξη ἑνὸς ἀρχαϊκοῦ-ποιητικοῦ τύπου (ῥηϊδίου) καὶ ἑνὸς νεώτερου τύπου (πράγματος, ἀντὶ πρήγματος: βλ. καὶ κριτ. ὑπόμν. μας).