...γιατὶ ἡ κατηγορία σου, ὅτι οἱ πρακτικὲς τέχνες καταργοῦνται ἀπὸ
μᾶς, – σὲ τί ἄλλο ἀποβλέπει, παρὰ νὰ ἐξεγερθοῦν οἱ χειροτέχνες; Ἀλλὰ
κι' ἂν συναθροισθοῦν ἀπ' ὅλες τὶς γωνιές, μπορεῖ κανεὶς εὔκολα νὰ τοὺς
στρέψει ἐναντίον σας. Πρῶτα θὰ ἐκθέσω ἐκεῖνα τὰ ἀηδιαστικά, σύμφω-
να μὲ τὰ ὁποῖα γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ στέκουν στὴν
ἐκκλησία, λένε, ὅτι εἶναι ἀσθενικοί, σκλάβοι, μωροί· καὶ μετὰ θὰ 'ρθῶ νὰ
μιλήσω γι' αὐτό, ποὺ δὲν ἀφορᾶ τὸ πλῆθος ἀλλὰ ἐσᾶς ἀκριβῶς, ποὺ εἶστε
παρόντες. Γιατί, ἂν γνωρίζετε κάτι, αὐτὸ τὸ ἀμφισβητεῖ τόσο ὁ Ζήνων
ὅσο καὶ ὁ Ἀντίοχος. Θὰ πεῖς: «Πῶς; Ὑπερασπίζουμε ὡστόσο τὴν ἄπο-
ψη, ὅτι ἀκόμα καὶ ὁ μὴ-σοφὸς γνωρίζει πολλά.» (145) Ἀμφισβητεῖτε
ὅμως, ὅτι ὁποιοσδήποτε ἐκτὸς ἀπὸ τὸν σοφὸ ἔχει γνώση γιὰ ὁτιδήποτε.
Κι' αὐτὸ συνήθιζε ὁ Ζήνων νὰ τὸ δείχνει μὲ μιὰ χειρονομία. Γιατὶ πρό-
τεινε τὸ χέρι του μὲ ἁπλωμένα τὰ δάκτυλα τῆς παλάμης καὶ ἔλεγε: «Τέ-
τοια εἶναι ἡ παράσταση»· στὴ συνέχεια συνέκλειε λίγο τὰ δάκτυλα καὶ
ἔλεγε: «τέτοια εἶναι ἡ συγκατάθεση»· ὅταν ὕστερα τὰ συνέσφιγγε καὶ
ἔκανε μιὰ πυγμή, ἔλεγε, αὐτὴ εἶναι ἡ κατάληψη (comprehensio), ἀπὸ τὴν
ἀναπαράσταση παίρνοντας καὶ τὸ ὄνομα κατάληψις τοῦ πράγματος,
ποὺ δὲν ὑπῆρχε πρίν· τέλος ἐλάμβανε ἐπὶ πλέον τὸ ἀριστερὸ χέρι, πε-
ριέσφιγγε μ' αὐτὸ τὴν πυγμὴ στενὰ καὶ ἰσχυρὰ καὶ ἐξηγοῦσε, ὅτι τέτοιου
εἴδους εἶναι ἡ γνώση (ἐπιστήμη), τὴν ὁποία κανένας ἄλλος παρὰ ὁ σοφὸς
διέθετε. Ἀλλὰ ποιὸς εἶναι ἢ ὑπῆρξε σοφός, αὐτὸ δὲν τὸ ἔλεγαν κατὰ
κανόνα οὔτε καὶ οἱ ἴδιοι. Ἔτσι, Κάτουλε, δὲν ἔχεις καμιὰ γνώση, ὅτι εἶναι
προχωρημένη μέρα, οὔτε ἐσύ, Ὀρτένσιε, δὲν ἔχεις γνώση, ὅτι βρισκόμα-
στε στὸ ἐξοχικό σου...
Οἱ βαθμίδες τῆς γνώσης (ἀπ. 118)
Τὸ ἡγεμονικόν, ὁ λόγος (ἀπ. 102, 103):
Οἱ βαθμίδες τῆς γνώσης, ὅπως σχετίζονται μὲ τὴν καταληπτικὴ φαντασία, ἐκφράζονται παραστατικὰ ἀπὸ τὸν Ζήνωνα μὲ τὴν εἰκόνα τῆς κίνησης τοῦ χεριοῦ, ὅπως μᾶς τὴν δίνει ὁ Κικέρων (Cicero, Acad. pr. 47. 114sq., ἀπ. 118): α) Ἡ ἀνοικτὴ παλάμη εἶναι ἡ παράσταση· β) ἡ ἐλαφρὰ σύγκλιση τῶν δακτύλων εἶναι ἡ συγκατάθεση· γ) ἡ σύσφιγξη τῶν δακτύλων εἶναι ἡ κατάληψη καὶ δ) ἡ περίσφιγξη μὲ τὸ ἄλλο χέρι τῆς πυγμῆς εἶναι ἡ γνώση (ἐπιστήμη). Ἡ ζηνώνεια αὐτὴ εἰκόνα ἀφήνει ὁρισμένα ἐρωτήματα ἀνοικτά. Μήπως πρέπει νὰ κάνουμε διάκριση μεταξὺ συγκατάθεσης καὶ κατάληψης; Ποιὸς νέος συντελεστὴς ἐπεμβαίνει ὥστε τελικὰ νὰ ἔχουμε στὴν τέταρτη βαθμίδα γνώση; Ἡ κατάληψις εἶναι, ὅπως ἀναφέρεται στὸ σχετικὸ χωρίο, μιὰ ἐνέργεια τοῦ ἡγεμονικοῦ, δηλ. τοῦ κεντρικοῦ ὀργάνου τῆς διάνοιας-τοῦ λόγου. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ «ἐπιστήμη», ἡ γνώση, χαρακτηρίζεται ὡς «ἀσφαλὴς καὶ βέβαιη καὶ ἀμετάβλητη κατάληψη, ποὺ γίνεται διὰ τοῦ λόγου» (Σέξτος, Μαθ. 7.150-153) (ἀπ. 119). Ἡ κατάληψη εἶναι μιὰ ἐνεργητικὴ οἰκείωση τῆς παράστασης ἡ ὁποία «καταλαμβάνεται», ἐφ' ὅσον εἶναι καταληπτή, δηλ. ἔχουμε ἤδη συγκατατεθεῖ σ' αὐτήν, γιατὶ ἔχει τὰ γνωρίσματα τῆς ἐνάργειας. Ἑπομένως ἡ κατάληψις εἶναι στενὰ συνυφασμένη μὲ τὴ συγκατάθεση. Ἐνῶ ἡ συγκατάθεσις ἀποτελεῖ μιὰ πρώτη στάση νοητικῆς ἀποδοχῆς, ἡ κατάληψις εἶναι μιὰ ἐνέργεια συνειδητῆς σταθεροποίησης τῆς ἀποδοχῆς καὶ ἡ γνώση μιὰ κριτικὴ δέσμευση, ποὺ γίνεται μὲ τὸν λόγο. Γιὰ τὸ ὅλο θέμα δές: Graeser, Zenon1, σσ. 43-55. Ἡ ἀμετάπτωτη παράσταση περνᾶ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ λόγου, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ νεαροῦ δούλου στὸν πλατωνικὸ Μένωνα (Μένων 98α, «ἕως ἄν τις δήσῃ αἰτίας λογισμῷ»), δηλ. στερεώνεται μὲ ἐπιχειρήματα. Συλλαμβάνοντας τὴν αἰτία της (SVF2 2,54) συλλαμβάνουμε καὶ τὸ ἀντικείμενο, ποὺ προκαλεῖ τὴ γνωστικὴ ἐντύπωση, ποὺ «διαμορφώνεται καὶ σφραγίζεται ἀπὸ τὸ ἀντικείμενο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται μὲ ἕνα τύπο, ποὺ δὲν θὰ εἶχε ἂν προερχόταν ἀπὸ διαφορετικὸ ἀντικείμενο» (Cicero, Acad. pr. 6. 18) (ἀπ. 114) καὶ Σέξτος Μαθ. 8, 397 (ἀπ. 102). Ὅπως διευκρινίζεται στὸ ἴδιο χωρίο, χωρὶς φαντασία-παράσταση δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει ἀπόδειξη, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀπόδειξη δὲν μπορεῖ νὰ προκύψει καμιὰ παράσταση. Ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρει ὁ Διογένης ὁ Λαέρτιος (7. 49), «ὁ περὶ συγκαταθέσεως... λόγος οὐκ ἄνευ φαντασίας.» Τὸ περιεχόμενο τῆς παράστασης, πρέπει νὰ ὑποθέσουμε, ὅτι ἐκφράζεται σιωπηρὰ μὲ μιὰ κρίση καὶ στὴν κρίση αὐτὴ δίνουμε τὴ συγκατάθεσή μας. Χαρακτηριστικὰ γράφει ὁ L. Stough (Greek Scepticism3, σσ. 39-40). «It would seem that to assent to an impression is, in effect, to assent to the proportion expressing its content. That is, I am implicitly giving my assent to the perpetual proposition. It is light, though I need not do so explicitly.»
Ὁ Ζήνων διέκρινε τὴ γνώση-ἐπιστήμη, ποὺ προέρχεται, ὅπως εἴδαμε, ἀπὸ κατ' αἴσθηση παραστάσεις δεμένες μὲ ἐπιχειρήματα, στὶς ὁποῖες δίνουμε τὴ συγκατάθεσή μας, ἀπὸ τὴ γνώμη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ παραστάσεις, ποὺ τὶς συνοδεύει μιὰ «ἀσθενὴς συγκατάθεση» καὶ δὲν στερεώνονται μὲ τὸν λόγο. Μὲ αὐτὴ τὴν τελευταία συγγενεύει ἡ ἄγνοια καὶ τὸ ψεῦδος. Ἀνάμεσα στὴν ἄγνοια καὶ τὴ γνώση μπορεῖ νὰ διακρίνουμε μιὰ κατάληψη, ποὺ δὲν εἶναι οὔτε ὀρθή, οὔτε ἐσφαλμένη, καὶ ποὺ μποροῦμε νὰ τὴν ὀνομάσουμε πίστη, δηλ. αἴσθηση ποὺ μᾶς εἶναι ἀξιόπιστη (Acad. post. I, 40-42). Ὡστόσο ἡ γνώση, λέγει ὁ Ζήνων, σύμφωνα μὲ τὸν Κικέρωνα, ὁλοκληρώνεται ὑπάγοντας τὴν ἐμπειρία τῶν αἰσθήσεων σὲ ἔννοιες-ἐννοήματα.