Καὶ ὁ Ἀντίγονος τὸν τιμοῦσε μὲ τὴν εὔνοιά του καὶ ὅποτε ἐρχόταν στὴν
Ἀθήνα, ἄκουε τὰ μαθήματά του καὶ τὸν παρακαλοῦσε πολλὲς φορὲς νὰ
τὸν ἐπισκεφθεῖ... ἡ δὲ ἐπιστολὴ τοῦ Ἀντιγόνου ἦταν ἔτσι διατυπωμένη,
ὅπως λέει καὶ ὁ Ἀπολλώνιος ὁ Τύριος σὲ ὅσα γράφει γιὰ τὸν Ζήνωνα· (7)
«Ὁ βασιλεὺς Ἀντίγονος χαιρετᾶ τὸν Ζήνωνα τὸν φιλόσοφο. Ἐγὼ στὴν
τύχη καὶ στὴ δόξα νομίζω ὅτι προπορεύομαι τοῦ δικοῦ σου βίου, ὅμως
στὸν λόγο καὶ στὴν παιδεία καὶ στὴν τέλεια εὐδαιμονία, ποὺ ἐσὺ ἔχεις
κάνει κτῆμα σου, καθυστερῶ. Γι' αὐτὸ ἀποφάσισα νὰ σοῦ ἀπευθύνω
αὐτὴν τὴν ἐπιστολὴ νά 'ρθεῖς πρὸς ἐμένα, ἔχοντας τὴν πεποίθηση, ὅτι
δὲν θὰ φέρεις ἀντίρρηση στὴν πρόσκλησή μου. Ἐσὺ λοιπὸν προσπάθησε
μὲ κάθε τρόπο νὰ συναντηθεῖς μαζί μου κατανοώντας καλὰ τοῦτο, ὅτι
δὲν θὰ εἶσαι παιδευτὴς ἑνὸς μόνον, ἀλλὰ ὅλων μαζὶ τῶν Μακεδόνων·
γιατὶ αὐτὸς ποὺ παιδεύει τὸν ἄρχοντα τῆς Μακεδονίας καὶ τὸν καθοδη-
γεῖ στὴν ἀρετή, εἶναι φανερὸ ὅτι προετοιμάζει καὶ τοὺς ὑπηκόους του νὰ
γίνουν ἄξιοι ἄνδρες. Γιατί, ὅπως εἶναι ὁ ἡγέτης, τέτοιοι εἶναι φυσικὸ νὰ
γίνονται κατὰ τὸ πλεῖστον καὶ οἱ ὑπήκοοι.»
Καὶ ὁ Ζήνων ἀπαντᾶ ὡς ἑξῆς: (8) «Τὸν βασιλέα Ἀντίγονο ὁ Ζήνων
χαιρετᾶ. Ἐπιδοκιμάζω τὴ φιλομάθειά σου ἐφ' ὅσον προσηλώνεται πρὸς
τὴν ἀληθινὴ καὶ τὴν τείνουσα στὴν ὠφέλεια παιδεία, ὄχι ὅμως στὴν ἀ-
γοραία, ποὺ τείνει στὴ διαστροφὴ τῶν ἠθῶν. Αὐτὸς δὲ ποὺ ὀρέγεται τὴ
φιλοσοφία κι' ἀποστρέφεται τὴν πολυθρύλητη ἡδονή, ἡ ὁποία ἐκθηλύνει
τὶς ψυχὲς τῶν νέων, εἶναι φανερὸ ὅτι ὄχι μόνο κλίνει πρὸς τὴν εὐγένεια
ἀπὸ φυσικοῦ του ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ δική του ἐκλογὴ καὶ βούληση. Ἡ
εὐγενὴς φύση προσθέτοντας τὴν ἄσκηση μὲ μέτρο, ἀκόμα δὲ καὶ τὸν
δάσκαλο, ποὺ θὰ διδάξει πλούσια, εὔκολα φθάνει στὴν τέλεια ἀπόκτηση
τῆς ἀρετῆς. (9) Ἐγὼ ὅμως ἐμποδίζομαι ἀπὸ τὸ ἀσθενικό μου σῶμα ἐξ
αἰτίας τῶν γηρατειῶν· γιατὶ εἶμαι ὀγδόντα ἐτῶν: γι' αὐτὸ δὲν μπορῶ νὰ
ρθῶ νὰ σὲ συναντήσω, σοῦ στέλλω ὅμως μερικοὺς συντρόφους μου στὴ
Σχολή, ποὺ δὲν ὑπολείπονται στὴν ψυχὴ ἀπὸ μένα, ἐνῶ στὸ σῶμα εἶναι
ἀνώτεροί μου· σ' αὐτοὺς ἂν μαθητεύσεις, δὲν θὰ ὑστερήσεις σὲ τίποτε
ἀπ' αὐτὰ ποὺ ἀνεβάζουν στὴν τέλεια εὐδαιμονία.»