You are here

F9

Please add a search word

T= Testimonium  F= Fragmentum  E=  Επιγραφή / Inscription

Athen. 3, 109e

1Ἀταβυρίτην›2 (sc. μνημονεύει) Σώπατρος ἐν Κνιδίαι ·

(v. 1)  ‹Ἀ›ταβυρίτης3  δ' ἄρτος ἦν πλησίγναθος .

  1. Vid. etiam Athen. Epit. 109e (II.1 23 P.) Σώπατρος δὲταβυρίτην τινά φησι ἄρτον πλησίγναθον. ἔστι δὲ μέγας ἄρτος. Cf. Eust. in Hom. A 479 πλησίστιος, οὗ πρὸς ὁμοιότητα εἴρηκέ τις καὶ ἄρτον πλησίγναθον, ὥσπερ αὖ πάλιν πρὸς τοῦτο εἴρηται ὁ φυσίγναθος.


  2. 1 Ἀταβυρίτην Meineke, prob. Kaib.1, adnotans «ἀταβυρίτην accusativus pendet ab ἐκτίθεται (p. 250 v. 9 [=109b]), ut sint haec omnia Tryphonis»: ταβυρίτην ACE
  3. 2 (v. 1) Ἀταβυρίτης Meineke: ταβυρίτην ACE.
Ἀθήν. 3, 109e

1Τὸ Ἀταβυρίτικο ψωμὶ (μνημονεύει) ὁ Σώπατρος στὴν Κνιδία:

(στ. 1)   Ὑπῆρχε κι Ἀταβυρίτικο2 ψωμὶ ὁλόφουσκο κι ἀφράτο.

  1. Βλ. ἐπίσης Ἀθήν. Ἐπιτ. 109e (II.1 23 P.) Ὁ δὲ Σώπατρος μιλᾶ γιὰ κάποιο Ἀταβυρίτικο ψωμὶ ὁλόφουσκο κι ἀφράτο. Εἶναι δὲ (αὐτὸ) μεγάλο ψωμί. Πβ. Εὐστ. στὸ Α 479 πλησίστιος, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ἔχει μιλήσει κάποιος γιὰ ἄρτον πλησίγναθον, ὅπως ἀκριβῶς πάλι σύμφωνα μ' αὐτὸ ἔχει εἰπωθεῖ ὁ φυσίγναθος.


  2. [Οἱ κώδ. ἔχουν τὴ γραφὴ Ταβυρίτην στὸ κείμενο τοῦ Ἀθήναιου καὶ τοῦ Σώπατρου· ὁ Meineke ἔκανε τὸ βασικὸ βῆμα γιὰ τὴν ἀποκατάστασή του.]
Σχόλια: 

ΤΙΤΛΟΣ: Στὸν Σουίδα σ.λ. Σώπατρος, ὅπως ἔχουμε δεῖ παραπάνω (T2), δημιουργεῖται πρόβλημα ὡς πρὸς τὴν ταύτιση τοῦ ἔργου αὐτοῦ μὲ τὸ Σιλφία (Σίλφια;) ἢ Σίλφαι. Ἡ χειρόγραφη παράδοση φαίνεται νὰ ὁδηγεῖ στὴν ταύτιση, γι' αὐτὸ καὶ διερωτώμεθα μήπως πρέπει νὰ προτιμήσουμε τὴ γραφὴ Σίλφαι (Σίλ­φια, τὰ;) ἢ Κνιδία. Ἐπειδὴ ὅμως ὑπάρχει διάσταση ἀπόψεων ὡς πρὸς τὸ θέμα, προτιμήσαμε τὴ διάκριση καὶ τὴν παράθεση τῶν δύο ἀπόσπ. (9 καὶ 18) στὴν –κατὰ ἀλφαβητικὴ σειρὰ– θέση τους.

Κνιδία ἔγραψε καὶ ὁ Ἄλεξις. Ὁ Olivieri, FCGM1 ΙΙ 33, πιστεύει ὅτι ὁ Σώπατρος παρωδεῖ ἐδῶ τὴ Ῥοδία τοῦ Φιλήμονα.

2 (στ. 1). <Ἀ>ταβυρίτης: ἀπὸ τὸ Ἀταβύριο (ὄρος στὴ Ρόδο). Γιὰ τὰ ψωμιὰ τῆς Ρόδου ὁ Σώπατρος κάνει λόγο (ἂν εὐσταθεῖ ἡ ἑρμηνεία ποὺ ἀκολουθήσαμε) καὶ στὸ ἀπόσπ. 1. Ὁ Casaubon, ὅμως, εἰκάζει ὅτι ὁ Ταβυρίτης ἄρτος (κατὰ τὴ χειρόγραφη παράδοση τοῦ Ἀθήναιου) προέρχεται ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Κιλικίας Tábou (βλ. Schweighäuser, Animadv. ΙΙ 254).

ἄρτος (...) πλησίγναθος: «ἅπαξ λεγόμενον», νοουμένου ὅτι στὸν Σώπατρο ἀναφέρεται ὁ Εὐστ. σχολιάζοντας τὸ Α 479 (ἴκμενον οὖρον): δὲ τοιοῦτος ἄνεμος εἴη ἂν Ὁμηρικῶς εἰπεῖν καὶ πλησίστιος, οὗ πρὸς ὁμοιότητα εἴρηκέ τις καὶ ἄρτον πλησίγναθον, ὥσπερ αὖ πάλιν πρὸς τοῦτο εἴρηται φυσίγναθος (Βατραχομ. 17 εἰμὶ δ' ἐγὼ βασιλεὺς Φυσίγναθος, 56-9 πρὸς τάδε μειδήσας Φυσίγναθος ἀντίον ηὔδα· | ξεῖνε, λίην αὐχεῖς ἐπὶ γαστέρι· ἔστι καὶ ἡμῖν | πολλὰ μάλ' ἐν λίμνηι καὶ ἐπὶ χθονὶ θαύματ' ἰδέσθαι. | ἀμφίβιον γὰρ ἔδωκε νομὴν βατράχοισι Κρονίων, κ.ἀ.): μὲ φουσκωμένα μάγουλα («Ὁ ἔχων πεφυσημένας ... τὰς παρειάς» LSK2 σ.λ., πβ. Μ. Ἐτυμ. σ.λ. γνάθος [235.55-7]· παρειά· παρὰ τὴν γνάμψιν καὶ κάμψιν κλάσιν, καμπτομένη σιαγών· οἷον, Φυσίγναθος ἀντίον ηὔδα). Τὸ πλησίγναθος (καὶ αὐτὸ σὲ κωμικὸ κείμενο) μὲ ἐνεργ. σημ. σημαίνει αὐτὸν ποὺ γεμίζει τὸ στόμα (“filling the cheeks” LSJ93, «ὁ πληρῶν τὰς γνάθους» LSK2, μὲ ἀναφορὰ στὸ προκείμενο ἀπόσπ. τοῦ Σώπατρου), πβ. Εὐρ. Κύκλ. οὗτος μὲν (sc. ἀσκὸς) οὐδ' ἂν τὴν γνάθον πλήσειέ μου. Ὅμως ὁ παραλληλισμὸς πρὸς τὸ φυσίγναθος ὁδηγεῖ μᾶλλον στὴν παθητικὴ.

  1. Frammenti della Commedia Greca et del Mimo nella Sicilia e nella Magna Grecia, , Collana di Studi Graeci, Volume II. Frammenti della Commedia Fliacica, Number 9, Napoli , (1947)
  2. Μέγα Λεξικὸν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, , Volume I-V, Ἀθῆναι , (1980) a↑ b↑
  3. A Greek-English Lexicon, , Oxford, (1940)