Τὸν θώρακα στὸ στῆθος γύρω ὕστερα φοροῦσε (ὁ Ἀγαμέμνων),
Ποὺ κάποτε σὲ τοῦτον ὁ Κινύρας ἔδωσε χάρισμα φίλου νά 'ναι.
Γιατὶ μάθαινε στὴν Κύπρο τὴ φήμη τὴ μεγάλη, πὼς οἱ Ἀχαιοὶ
στὴν Τροία μὲ τὰ καράβια νὰ πλεύσουν ἔμελλαν·
γιὰ τοῦτο τοῦ τὸν ἔδωκε, τοῦ βασιλιᾶ τὴν εὔνοια ζητώντας.
Αὐτὸς στ' ἀλήθεια δέκα λουρίδες ἀπὸ μαῦρο σμάλτο εἶχε
καὶ δώδεκα ἀπὸ χρυσὸ κι ἀπὸ κασσίτερο εἴκοσι.
φίδια ὑψώνονταν πρὸς τὸν λαιμὸ
ἀπὸ τὴν καθεμιὰ μεριά του τρία, μὲ τὸ οὐράνιο
μοιάζοντας τὸ τόξο, ποὺ ὁ γιὸς τοῦ Κρόνου
στὸ νέφος μέσα στήριξε, γιὰ τοὺς θνητοὺς σημάδι ἀνθρώπους.
1. δεύτερον αὖ: Ἀνταπόδοση στὸ κνημῖδας μὲν πρῶτα ... (Λ 17-18), γι' αὐτὸ τὸ αὖ βρίσκεται στὴ θέση τοῦ δὲ (μὲν ... αὖ) καὶ μπορεῖ νὰ παραλειφθεῖ στὴ μετάφραση (βλ. LSJ9 σ.λ. αὖ III.21). Τὸ δεύτερον ὡς ἐπίρρ. ἢ ἐπίθ. μὲ ἐπιρρηματικὴ σημασία. – Ὁ στ. (Λ 19) ἀπαντᾶ αὐτούσιος στὸ Γ 332 (... ἔδυνεν | [333] οἷο κασιγνήτοιο ...), Π 133 (... ἔδυνεν [West,2 -ε Monro – Allen3] | [134] ποικίλον ...), Τ 371 (... ἔδυνεν· [West,2 -εν M. – A.3] | [372] ἀμφὶ ...)· Λ 330-2 = Π 131-3, Τ 369-71. – Γιὰ τὴ σκηνὴ τοῦ ὁπλισμοῦ βλ. CIl4 σημ. σ.στ. Λ 15-46, 15, 20 (γιὰ τὸν θώρακα τοῦ Ἀγαμέμνονα καὶ τὶς σχετικὲς ἀρχαιολογικὲς μαρτυρίες, μὲ εἰδικὴ ἀναφορὰ στὴν Κύπρο), 24-8 (γιὰ τὸ οἶμοι), 24 (σ.λ. μέλανος κυάνοιο), 25 (σ.λ. κασσιτέροιο), 26 (γιὰ τὰ φίδια ποὺ ἀπεικονίζονται στὸν θώρακα), 27-8 (γιὰ τὴ λ. τέρας), μὲ περαιτέρω παραπομπὲς καὶ βιβλιογραφία. Πβ. τὸ χάλκινο εἰδώλιο ὁπλισμένου πολεμιστῆ (ὕψους 36.5 ἑκ.) ἀπὸ τὸν βασιλικὸ τάφο 79 τῆς Κυπριακῆς Σαλαμίνας, μὲ ὀφθαλμοὺς ἀπὸ ἔνθετη μπλὲ ὑαλόμαζα, μὲ κράνος ποὺ ἀπολήγει σὲ λοφίο, μὲ μακρὺ ξίφος καὶ μὲ φολιδωτὸ θώρακα μὲ ἔνθετη μπλὲ ὑαλόμαζα πάνω ἀπὸ κοντὸ χιτώνα, ποὺ θυμίζει τὸν θώρακα τοῦ Ἀγαμέμνονα ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Κινύρας· πβ. ἐπίσης τὸν ἐλλιπῆ χάλκινο θώρακα ἀπὸ τὸν ἴδιο τάφο (β΄ ἥμισυ 8ου αἰ. π.Χ.), μὲ ἔκτυπη διακόσμηση (φτερωτὲς ἀνθρώπινες μορφές, ἄνδρες μὲ οὐρὰ σκορπιοῦ, γρύπες κ.λπ.): βλ. Καραγιώργη Κύπρ.5 σσ. 157 κἑ. μὲ Εἰκ. 325 καὶ 332 (ἐδῶ Εἰκ. 90 καὶ 91).
θώρηκα (...): Ἡ περιγραφὴ τοῦ θώρακα τοῦ Ἀγαμέμνονα ποὺ τοῦ πρόσφερε ὁ Κινύρας (στ. 6 κἑ.) δείχνει νὰ ἀπηχεῖ τόσο τὸν πλοῦτο τῶν Κυπρίων βασιλέων (μὲ γνωστότερο τὸν μυθώδη πλοῦτο τοῦ Κινύρα) ὅσο καὶ τὴν πρώιμη ἄνθηση τῆς τέχνης στὸ νησί. Πβ. Εὐστ. στὸ Λ 21 οἵα δὲ ἡ Κύπρος εἰς πλοῦτον καὶ λοιπὴν εὐδαιμονίαν, αἱ ἱστορίαι δηλοῦσιν (βλ. κατωτ. σχόλ. σ.στ. T3.28 κἑ., καὶ CIl4 σημ. σ.στ. 20 [Γ΄ 368]: «Το νησί αποικίστηκε από τον Τεύκρο μετά τον τρωικό πόλεμο, και ο ποιητής μπορεί να είχε πληροφορηθεί τον πλούτο των βασιλέων της αρχαίας Σαλαμίνας, ο οποίος αποκαλύφθηκε τώρα χάρη στις ανασκαφές των τάφων τους» κ.λπ.).
2. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Εὐστάθιος (σ.στ. 21), οὐ φαίνεται εἰδὼς Ὅμηρος ξενίαν Κινύρου, ἀλλὰ σέβας μόνον τὸ ἐξ ἀκοῆς. Πεύθετο γάρ, φησι, Κύπρονδε μέγα κλέος καὶ ἑξῆς (βλ. κατωτ. T3.26 κἑ.). Ἡ λέξη ξεινήϊον, ἑπομένως, μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ κάλλιστα ὡς «χάρισμα φίλου» (τέτοιο ποὺ συνηθίζουν νὰ δίνουν στοὺς «ξένους» τους οἱ ἄνθρωποι). Τὸ γεγονὸς ἀπὸ μόνο του μπορεῖ νὰ δείχνει ὄχι μόνο τὴν προσπάθεια τοῦ Κινύρα νὰ κερδίσει τὴν εὔνοια τοῦ Ἀγαμέμνονα (πβ. στ. 5, χαριζόμενος βασιλῆϊ), βασιλιᾶ ἰσχυρότερου ἀπ' αὐτόν, ἀλλὰ καὶ τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὸ νησὶ τῆς Κύπρου κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Τρωικοῦ πολέμου: ἡ Κύπρος δὲν ἔχει ἀκόμα ἀποικιστεῖ εὐρέως ἀπὸ τοὺς Ἀχαιούς (βλ. ἀνωτ. σσ. 55 κἑ.), ὁπότε θὰ συμμετεῖχε πιθανῶς στὴν ἐκστρατεία στὸ πλευρὸ τῶν Ἀχαιῶν· δὲν σπεύδει ὅμως σὲ βοήθεια τῶν Τρώων. Ὁ μύθος φαίνεται νὰ ἀπηχεῖ ὄντως τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα γιὰ τὴ μεταβατικὴ αὐτὴ περίοδο τῆς ἱστορίας τῆς Κύπρου. (Γιὰ τὸν Ὅμηρον καὶ τὴ σχέση του μὲ τὴν Κύπρο [καὶ τὴν Ἰατρική] βλ. καὶ ΑΚυΓ46 σχόλ. σ.στ. 37 Τ2.6, μὲ περαιτέρω παραπομπές.)
3. Κύπρονδε: Ἡ πρώτη ἀναφορὰ τῆς Κύπρου στὸν Ὅμηρο, καὶ ἡ μοναδικὴ στὴν Ἰλιάδα, ἐνῶ στὴν Ὀδύσσεια πληθαίνουν οἱ ἀναφορές: δ 83 Κύπρον Φοινίκην τε καὶ Αἰγυπτίους ἐπαληθείς, θ 362 ἡ δ' ἄρα Κύπρον ἵκανε φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη (βλ. καὶ ἑπόμ., πβ. κατωτ. 5 Υ1.58 κἑ.), ρ 442-3 αὐτὰρ ἔμ' ἐς Κύπρον ξείνωι δόσαν ἀντιάσαντι, | Δμήτορι Ἰασίδηι, ὃς Κύπρου ἶφι ἄνασσεν, καὶ 448 μὴ τάχα πικρὴν Αἴγυπτον καὶ Κύπρον ἵκηται. Τὸ –προφανῶς Ἑλληνικὸ– ὄνομα Δμήτωρ Ἰασίδης, γι' αὐτὸν ποὺ κυβερνᾶ τὴν Κύπρο κραταιά, μαρτυρεῖ μιὰν ἤδη ἰσχυρὴ παρουσία τοῦ Ἑλληνικοῦ στοιχείου στὴ Μεγαλόνησο (βλ. ἀνωτ. σελ. 37). – Ὅπως σημειώνει ὁ Hainsworth σ.στ. Λ 21 (CIl4, III 218 / Γ΄ 368), τὸ Κύπρονδε “σημαίνει «στην Κύπρο» ή ακόμα και «από την Κύπρο». Ο τύπος που δηλώνει κίνηση σε τόπο χρησιμοποιείται, επειδή η είδηση ταξίδεψε στην Κύπρο, στον παραλήπτη της” (μὲ παραπομπὴ στὸ Δ 455 σημ. [γιὰ τὸ τηλόσε] καὶ Π 515).